Ἀγρεύς

Ἀγρεύς
Ἀγρεύς
1 the Hunter, epithet of ApolloAristaios, q. v. “Ἀγρέα καὶ Νόμιον τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν.” P. 9.65

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀγρεύς — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγρεύς — hunter masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγρεύς — Προσωνύμιο του Απόλλωνα σχετικό προς το κυνήγι (άγρα). Επώνυμο επίσης και του Αρισταίου, γιου του Απόλλωνα, του Βάκχου και του Ποσειδώνα. Στην Αττική, Α. ονομαζόταν o Παν, ως θεός των αγρών. * * * ἀγρεύς ( έως), ο (Α) ο κυνηγός, και ως επίθετο… …   Dictionary of Greek

  • Ἀγρεῖς — Ἀγρεύς masc acc pl Ἀγρεύς masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέω — Ἀγρεύς masc acc sg (epic ionic) Ἀγρεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῖ — Ἀγρεύς masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῦ — Ἀγρεύς masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῦσι — Ἀγρεύς masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέες — Ἀγρεύς masc nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγρέες — ἀγρεύς hunter masc nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέος — Ἀγρεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”